Γεράκι - Το Κάστρο μας

Ιστολόγιο της ομάδας του Γυμνασίου Γερακίου Λακωνίας για το Κάστρο μας και την ιστορία του, που δημιουργήθηκε στα πλαίσια του Προγράμματος Σχολικών Δραστηριοτήτων με τίτλο: " Γεράκι, Φραγκιά και Βενετιά. Τα μεσαιωνικά κάστρα κοινό στοιχείο Πολιτισμού και Ιστορίας "
Τάξεις: Α΄και Β΄Γυμνασίου
Υπεύθυνες εκπαιδευτικοί: Σαράντη Ανθή - Γκανά Πένυ - Τσιμπίδη Σοφία
Σχολικό Έτος 2014 - 2015

Τρίτη 26 Μαΐου 2015

Η μάχη της Μανωλάδας και ο ρόλος του Ιωάννη ΙΙ ντε Νιβελέ - Η κληρονομιά του Βιλλεαρδουίνου και η τύχη του πριγκιπάτου της Αχαΐας και της Βαρονίας του Γερακίου

Η Μάχη της Μανωλάδας, ήταν μάχη που έγινε στις 5 Ιουλίου 1316 στον κάμπο της Μανωλάδας. Η μάχη έγινε ανάμεσα στον στρατό του νόμιμου πρίγκιπα της Αχαΐας Λουδοβίκου της Βουργουνδίας και του Φερδινάνδου της Μαγιόρκας που διεκδικούσε το πριγκιπάτο για αυτόν.
Ο Λουδοβίκος της Βουργουνδίας
Ο Φερδινάνδος έφτασε στην Γλαρέντζα ( σημερινή Κυλλήνη) στα μέσα του 1315 όπου προσπάθησε να την καταλάβει χωρίς επιτυχία. Στην συνέχεια προχώρησε στο εσωτερικό της Ηλείας καταλαμβάνοντας την πρωτεύουσα του πριγκιπάτου την Ανδραβίδα. Την ίδια χρονιά έφτασε και ο Λουδοβίκος στην Πελοπόννησο περνώντας πρώτα από την Βενετία για να ζητήσει βοήθεια. Η γυναίκα του Ματθίλδη του Αινώ ( κόρη της Ισαβέλλας Βιλλεαρδούίνου) που ήρθε πρώτη στον ελληνικό χώρο ζήτησε και κέρδισε την βοήθεια του Ιωάννη Ορσίνη και του βαρώνου της Χαλανδρίτσας που αρχικά είχε υποσχεθεί βοήθεια στον Φερδινάνδο.
Ο Φερδινάνδος βλέποντας αυτό επιτέθηκε στην Χαλανδρίτσα ( 20 χλμ από την Πάτρα) χωρίς να καταφέρει να την καταλάβει. Κατάφερε όμως να εξασφαλίσει βοήθεια, στρατό, από τον Μιχαήλ Καντακουζηνό και το Δεσποτάτο του Μυστρά. Εν τω μεταξύ ο Λουδοβίκος έφτασε στην Πελοπόννησο με τον στρατό του αλλά δεν περίμενε στην Γλαρέντζα τις ενισχύσεις από την Καταλανική εταιρεία του δουκάτου των Αθηνών και προχώρησε να βρει τον Φερδινάνδο.
Οι δύο στρατοί συναντήθηκαν στον Κάμπο της Μανωλάδας, ο στρατός του Λουδοβίκου έσπασε την πρώτη γραμμή των Βουργουνδών που διοικούνταν από τον Ιωάννη Ορσίνη. Δεν κατάφερε όμως να σπάσει τη δεύτερη γραμμή που διοικούνταν από τον ίδιο τον Λουδοβίκο, στην προσπάθεια μάλιστα αυτή πέφτει από το άλογο του και σκοτώνεται. Βλέποντας το στράτευμα του την απώλεια του αρχηγού τους καταρρακώθηκε το ηθικό τους και υποχώρησαν προς την Γλαρέντζα.
Ανάμεσα στους αιχμάλωτους από τον στρατό του Φερδινάνδου ήταν και ο Ιωάννης Β΄ ντε Νιβελέ βαρώνος του Γερακίου που εκτελέστηκε επί τόπου σαν προδότης. Την επόμενη ημέρα έφτασαν και οι ενισχύσεις των Καταλανών και μετά από δέκα ημέρες οι ενισχύσεις από την Μαγιόρκα. Ο Λουδοβίκος δεν χάρηκε για πολύ την νίκη του αφού πέθανε μετά από έναν μήνα.
Το πριγκιπάτο της Αχαΐας:
Χάρτης του 1278 ( Miller)
Με το θάνατο του Γουλιέλμου του Β', στην αρχηγία του πριγκιπάτου βρέθηκε ο Οίκος των Ανζού, οπότε και η Ισαβέλλα Βιλλεαρδουίνου παντρεύτηκε τον Φίλιππο Α' της Σαβοΐας, τον οποίο ο Κάρολος Β' της Νάπολης κατηγόρησε για ατιμία επειδή δεν τον βοήθησε στην εκστρατεία κατά του Δεσποτάτου της Ηπείρου, και εφόσον η Ισαβέλλα δεν είχε ζητήσει την άδεια του πατέρα της για να παντρευτεί τον Φίλιππο, ο Κάρολος τους απάλλαξε από το πριγκιπάτο τους και το παρέδωσε στον Φίλιππο Α' του Τάραντα στις 5 Μαΐου του1306. Οι δυναστικές έριδες και οι διεκδικητές του θρόνου του Πριγκιπάτου συνεχίστηκαν μέχρι το τέλος του, φέρνοντας μάλιστα οι διεκδικητές ακόμα και μισθοφορικούς στρατούς όπως οι Ναβαραίοι. Ο ένας από τους αρχηγούς αυτών των μισθοφόρων έφτασε να γίνει και ο ίδιος πρίγκιπας, πρόκειται για τον Πέτρο του Μπορντώ.

Μαργαρίτα Βιλλεαρδουίνου - Φερδινάρδος της Μαγιόρκας

Η Μαργαρίτα ( 1266-1315)  , η μικρότερη κόρη του Γουλλιέλμου Βιλλεαρδουίνου και της Άννας Δούκαινας , ήταν η " αδικημένη" αδερφή της Ισαβέλλας. . Είχε κληρονομήσει από τον πατέρα της μόνο τα 2/3 της βαρονίας της Άκοβας, και όσο ζούσε η μητέρα της είχε στην κατοχή της τη βαρονία της Καλαμάτας και το κάστρο στο Χελμούτσι, η οποία όμως αναγκάστηκε να τα ανταλλάξει με άλλες εκτάσεις γης στη Μεσσηνία, το 1282. Το υπόλοιπο πριγκιπάτο είχε περάσει στην κυριαρχία του πεθερού της Ισαβέλλας, Καρόλου του Ανζού ( καθώς ούτε ο Γουλιέλμος ούτε οι κόρες του είχαν αποκτήσει γιους). Το 1304 η Μαργαρίτα διεκδίκησε από τον Φίλιππο της Σαβοΐας το 1/5 της περιουσίας, ο οποίος όμως αρνήθηκε. Στη συνέχεια και μετα το θάνατο της Ισαβέλλας το 1312 διεκδίκησε πάλι αυτη τη φορά όλο το πριγκιπάτο, όμως πάλι δεν τα κατάφερε. 
Έτσι , το Φεβρουάριο του 1314, η Μαργαρίτα αποφασισμένη να πετύχει τους στόχους της, πηγαίνει στη Σικελία, για να παντρέψει τη μοναχοκόρη της Ισαβέλλα του Σαμπράν με τον πρίγκηπα Φερδινάρδο της Μαγιόρκας. Ο Φερδινάρδος ερωτεύεται την όμορφη Ισαβέλλα, την παντρεύεται, και ως αρσενικός απόγονος του ΒΙλλεαρδουίνου πια  αποφασίζει να διεκδικήσει το πριγκηπάτο της Αχαΐας από τον Λουδοβίκο και την εξαδέλφη Ματθίλδη, με τη γνωστή κατάληξη στη μάχη της Μανωλάδας....
 ( H νεαρή Ισαβέλλα ήταν και αυτή άτυχη, καθώς πέθανε το 1315, λίγο μετά τη γέννα του γιου της, James III, του τελευταίου βασιλιά  (1324-1344) της ανεξάρτητης Μαγιόρκα).

Ο Ροβέρτος του Τάραντος (1318 - 10 Σεπτεμβρίου 1364) ήταν Πρίγκιπας του Τάραντα (1332–1346) από τον οίκο των Ανδεγαυών ( Ανζού), Κόμης παλατινός Κεφαλληνίας και Ζακύνθου (1336 – 1357), Βασιλιάς της Αλβανίας (1332-1364), Πρίγκιπας της Αχαΐας (1333-1346) και έφερε τον τίτλο του αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης ως Ροβέρτος Β΄ (1346-1364).
Μεγαλύτερος γιος του Φιλίππου Α΄ του Τάραντα και της τιτουλάριας Αυτοκράτειρας Αικατερίνης ντε Βαλουά. Μετά το θάνατο του πατέρα του αναδείχθηκε νόμιμος κληρονόμος του Πριγκιπάτου της Αχαΐας, λόγω όμως αντιρρήσεων εκ μέρους του θείου του Ιωάννη της Γραβίνηςπροέκυψε διαφορά για τα κληρονομικά δικαιώματα, η οποία λύθηκε το 1336 με τη μεσολάβηση του πλούσιου Φλωρεντινού Νικολάου Ατζαϊόλι, επιτρόπου των παιδιών του Φιλίππου. Σύμφωνα με το συμβιβασμό που ακολούθησε, ο Ιωάννης της Γραβίνης έλαβε τις κτήσεις των Ανδεγαυών στην Ήπειρο, παραχωρώντας στον Ροβέρτο τα δικαιώματα του Πριγκιπάτου της Αχαΐας και της Παλατινής Κομητείας Κεφαλληνίας και Ζακύνθου. Από τότε ο Ροβέρτος ετιτλοφορείτο «Κύρης Ροβέρτος, χάριτι Θεού Αχαΐας και Τάραντος πρίγκηψ και Κεφαλληνίας Ζακύνθου κόμης Παλατινός». Λόγω του νεαρού της ηλικίας του, την εξουσία ασκούσε η μητέρα του Αικατερίνη μέχρι τον θάνατό της το 1346.
Τον Οκτώβριο του 1347 ο Ροβέρτος παντρεύτηκε την Μαρία, θυγατέρα του Λουδοβίκου Α΄ Δούκα των Βουρβόνων, αλλά δεν απέκτησαν παιδιά. 


Βεατρίκη των Βουρβόνων ( 1257 - 1310)
- γιαγιά της Μαρίας των Βουρβόνων



Ματθίλδη 1293-1331 ( κορη της Ισαβέλλας
 Βιλεαρδουίνου- σύζυγος του Λουδοβίκου Α')

Λουδοβίκος Ι των Βουρβόνων 1279-1342 ( γιος του Ροβέρτου
των Βουρβόνων και εγγονός της Βεατρίκης των Βουρβόνων)


Η Μαρία των Βουρβόνων (γαλλικά : Marie de Bourbon) (1315– Νάπολη 1387) ήταν σύζυγος του Ροβέρτου του Τάραντα τιτουλάριου Λατίνου Αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης και Πρίγκιπα της Αχαΐας. Ήταν κόρη του Λουδοβίκου Α΄ των Βουρβόνων και της Μαρίας των Αβέν, αδελφή του Πέτρου των Βουρβώνων και του Ιάκωβου του Μαρς.
Το 1330 παντρεύτηκε στη Λευκωσία τον Γκυ των Λουζινιάν διάδοχο του Βασιλείου της Κύπρου γιο του Ούγου Δ΄. Με τον Γκυ απέκτησε γιο που τον ονόμασε Ούγο, ο Γκυ πέθανε το 1343 και δημιουργήθηκε θέμα διαδοχής ανάμεσα στον γιο της, νόμιμο κληρονόμο του Στέμματος, και τον Πέτρο αδελφό του άντρα της. Το 1346 ή 1347 εγκαταλείπει την Κύπρο και πηγαίνει στη Νάπολη όπου εκεί παντρεύεται τον Ροβέρτο του Τάραντα.
Το 1356 ο Ροβέρτος και Μαρία εγκαθίστανται στο Πριγκιπάτο της Αχαΐας όπου ο Ροβέρτος είναι πρίγκηπας του και την χρίζει διάδοχο του. Όταν πέθανε όμως ο Ροβέρτος ο αδελφός του Φίλιππος Β' του Τάραντος ανακηρύχθηκε πρίγκιπας της Αχαΐας . Η Μαρία μαζί με τον γιο της Ούγο μάζεψαν στρατό, 12.000 άντρες από Κύπρο και Προβηγκία, κι επιτέθηκαν και πολιόρκησαν την Πάτρα όπου ο Αρχιεπίσκοπος Ιωάννης Γ΄ με την βοήθεια ενός νεαρού τότε ιερέα του Κάρολου Ζένου τους απώθησε και τους καταδίωξε έως τονΖόγκλο[1][2]. Η Μαρία έπειτα αγόρασε τη Βαρωνία της Βοστίτσας και της Βαρωνία του Γερακίου[3] κατά άλλους και της Καλαμάτας έως το 1363 που έφυγε από τη Βοστίτσα[2] κι εγκαταστάθηκε μόνιμα στη Νάπολη.
Πέθανε στη Νάπολη το 1387 και είναι θαμμένη στην εκκλησία της Santa Chiara.
Santa Chiara - Lecce- Απουλία ( Ιταλία)
Η Βεατρίκη ήταν πιθανότατα η χήρα του Ιωάννη Β΄ ντε Νιβελλέ, που σύμφωνα με πηγές παντρεύτηκε τον Καταλανό Bertrand Cancelm το 1316. Η βαρονία πέρασε στη συνέχεια στην οικογένεια Charny , από όπου την αγόρασε η Μαρία των Βουρβόνων.

πηγές: " A history of the crusades", Harry Hazard
            Χρονικόν του Μορέος
            Φραγκοκρατία εν Ελλάδι - Wiliiam Miller
            Wikipedeia

Το εμπόριο την εποχή της Φραγκοκρατίας

Παραγωγή, εμπόριο, νομίσματα

Στην Πελοπόννησο παράγονταν προϊόντα, όπως το κρασί, οι σταφίδες, το κερί, το μέλι, το λάδι και ιδιαίτερα το μετάξι που εξαγόταν στην Ιταλία. Το σιτάρι δεν επαρκούσε και το εισήγαν από την Απουλία. Ο Κάρολος είχε υπό τη δικαιοδοσία του τη διεξαγωγή του εμπόριου σιτηρών και οργάνωνε αποστολές για εφοδιασμό των κάστρων, είτε για προσωπική χρήση των βαρόνων και του πρίγκιπα είτε για πώληση, συνήθως στη Γλαρένζα, για λογαριασμό της ανδεγαυικής αυλής. Τα έγγραφα του ανδεγαυικού αρχείου παρέχουν πολλές πληροφορίες για τον τρόπο οργάνωσης του εμπορίου των σιτηρών (ποσότητες, τιμές αγοράς και πώλησης, δασμοί εξαγωγής, ονόματα εμπόρων, αγορών κλπ.).
O Kάρολος αναδιοργάνωσε το νομισματοκοπείο της Γλαρένζας (Clarentie sicle nostre, σημ. Κυλλήνη), για να πληρώνει τα στρατεύματά του και έστελνε μέταλλο και ειδικούς αξιωματούχους (siclarii, zecchieri) για την εύρυθμη λειτουργία του. Η παραγωγή όμως των τορνεζίων παρέμεινε σε χαμηλά επίπεδα, διότι δεν ήταν δυνατό να συναγωνισθεί το ισχυρό βενετικό γρόσσο και το φλωρεντινό φιορίνι, και η λειτουργία του νομισματοκοπείου διακόπηκε το πρώτο μισό του 14ου αιώνα.
 τορνέζιο Γλαρένζας (1267-1278)

Όπως προκύπτει από το Χρονικό του Μορέως, το εσωτερικό εμπόριο διεξαγόταν στις τοπικές πανηγύρεις (panejours), όπου Φράγκοι και Έλληνες συγκεντρώνονταν, για να πωλήσουν τα προϊόντα τους. Όσον αφορά το εξωτερικό εμπόριο οι Φράγκοι το είχαν παραχωρήσει στους Βενετούς, οι οποίοι βάσει της συνθήκης της Σαπιέντζας (που είχαν συνάψει το 1209 με το Γοδοφρείδο Α' Βιλλεαρδουίνο) είχαν κρατήσει μόνο τη Μεθώνη και την Κορώνη, ενώ είχαν αναγνωρίσει στο Γοδοφρείδο την κυριαρχία της υπόλοιπης Πελοποννήσου. Επίσης, είχαν διατηρήσει το δικαίωμα να εμπορεύονται στο πριγκιπάτο χωρίς την καταβολή δασμών, όπως και την άδεια να ιδρύουν σε κάθε πόλη εκκλησία, δικαστήριο και αποθήκη εμπορευμάτων.

 χαλκογραφία του 1703 με το λιμάνι της Κορώνης.
Dapper, O., "Description exacte des isles de l' Archipel", Amsterdam 1703, σ. 27.
πηγή: Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού

Πριγκιπάτο της Αχαϊας - Ηγεμόνες

ΠΡΙΓΚΙΠΑΤΟ ΑΧΑΪΑΣ
Γουλιέλμος Α' Champlitte (1205-1209)
Γοδοφρείδος Α' Βιλλεαρδουίνος (1209-1228)
Το Οικόσημο του Πριγκιπάτου της Αχαΐας

Γοδοφρείδος Β' Βιλλεαρδουίνος (1228-1246)
Γουλιέλμος Β' Βιλλεαρδουίνος (1246-1278)
Κάρολος Α' Ανδεγαυός (μέσω βάιλων) (1278-1285)
Κάρολος Β' Ανδεγαυός (μέσω βάιλων) (1285-1289)
Ισαβέλλα Βιλλεαρδουίνου και Φλωρέντιος d' Hainaut (1289-1297)
Ισαβέλλα Βιλλεαρδουίνου (1297-1301)
Ισαβέλλα Βιλλεαρδουίνου και Φίλιππος Σαβοΐας (1301-1305)
Φίλιππος Α' του Τάραντα (1307-1313)
Ματίλδη (Mahaut) d' Hainaut και Λουδοβίκος Βουργουνδίας (1313-1316)
Ματίλδη (Mahaut) d' Hainaut (1316-1318)
Ιωάννης Gravina (1318-1332)
Ροβέρτος του Τάραντα και η μητέρα του Αικατερίνη Valois (1333-1346)
Ροβέρτος του Τάραντα (1346-1364)
Φίλιππος Β' του Τάραντα (1364-1373) και Μαρία Βουρβόνων 1364-1370)
Ιωάννα Α', βασίλισσα της Νεάπολης (1373-1376)
Ιωαννίτες ιππότες (παραχώρηση του πριγκιπάτου αντί ενοικίου από την Ιωάννα Α', 1376-1381)
Ιάκωβος de Baux των Ναβαρραίων (1381-1383)
Κάρολος Γ' βασιλιάς της Νεάπολης (1381-1386)
Λαδίσλαος βασιλιάς της Νεάπολης (1386-1396)
Πέτρος de Saint Superan (1396-1402)
Μαρία Zaccaria (1402-1404)
Centurione II Zaccaria (1404-1432)
Βυζαντινοί του δεσποτάτου του Μορέως (1432-1460)


πηγή: Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού ( ΙΜΕ).

Βαρωνία του Γερακίου

Βαρωνία του Γερακίου


Η Βαρωνία του Γερακίου (1209-1262) ήταν κρατίδιο υποτελές στο Πριγκιπάτο της Αχαΐας που ιδρύθηκε το 1209 από τον πρίγκιπα Γουλιέλμο Σαμπλίτη. Αρχικά λεγόταν βαρωνία των Νιβηλέ ή Νιβελέ (Nivelet) κι έπειτα του Γερακίου από το κάστρο κατοικία της οικογένειας.
Η Ελλάδα το 1214 ( Miller)
Ο Σταμπλίτης διαίρεσε το πριγκιπάτο σε 12 υψηλές βαρωνίες, φέουδα και τιμάρια, η υψηλή βαρωνία του Γερακίου μαζί με 6 τιμάρια δόθηκε στον Φράγκο ιππότη Γκυ ντε Νιβελέ(Guy de Nivelet)[1]. Ήταν μικρή βαρωνία στα όρια της σημερινής Λακωνίας στην περιοχή της Τσακωνίας.
Ο Γκυ ή ο γιος του Ιωάννης (Jean de Nivelet) έχτισαν το Κάστρο του Γερακίου σε λόφο στους πρόποδες του Πάρνωνα όπου αργότερα εξελίχθηκε στην μεσαιωνική κώμη του Γερακίου. Η θέση του κάστρου ήταν ιδανική για τον έλεγχο της πεδιάδας τους Έλους, πιστεύεται ότι χτίστηκε το 1250.
Το 1262 μετά την Μάχη της Πελαγονίας πέρασε στην κατοχή του Δεσποτάτου του Μυστρά. Το 1316 αναφέρεται ότι πήρε μέρος στην Μάχη της Μανωλάδας ο Βαρώνος του Γερακίου Ιωάννης Β΄ (Jean II de Nivelet), ίσως η βαρωνία είχε ανακτηθεί προσωρινά ή απλά διατηρούσε τον τίτλο του βαρώνου. Το 1356 αναφέρεται η Μαρία των Βουρβόνων που αγόρασε την Βαρωνία των Νιβηλέτ, ίσως η οικογένεια είχε κάποια τιμάρια ελεύθερα ή είχε αποκτήσει άλλα, έπειτα από αυτή αγόρασε την βαρωνία ο Νέριο Α΄ Ατσαγιόλι[2].(1363)
Βαρώνοι του Γερακίου
Οίκος Νιβηλέ
1209- 1263
ΒαρώνοςΓέννηση - ΘάνατοςΔιάρκεια
Γκυ ντε Νιβελέ1209- 1250
Ιωάννης Α΄ ντε Νιβελέ1250 -1262
Ιωάννης Β΄ ντε Νιβελέ1262-1316
Βεατρίκη Νιβελέ του Γερακίου[3]1316-1321
Μαρία των Βουρβόνων ; -
Νέριο Α΄ Ατσαγιόλι
πηγή: Βικιπαίδεια

Τρίτη 19 Μαΐου 2015

Ο ιδρυτής του κάστρου του Γερακίου

Ο ιδρυτής του Κάστρου


Στο «Χρονικόν του Μορέως» δεν αποσαφηνίζεται αν το κάστρο το έχτισε ο Γκυ ντε Νιβελέ ή ο γιος του, Ιωάννης. Δεν αποκλείεται, φυσικά, ο ένας να το ξεκίνησε και ο άλλος να το ολοκλήρωσε. 
Το οικόσημο του οίκου Ντε Νιβελέ, στο ναό του Αγίου Γεωργίου στο κάστρο

Οι σχέσεις μεταξύ Φράγκων και υπηκόων


Σχέσεις Φράγκων - υπηκόων

Αν και η βαρωνία του Γερακίου ήταν από τις μικρότερες (μόνο με έξι τιμάρια), οι Φράγκοι άρχοντές της και επιτελούσαν σημαντική αποστολή μέσα στις φραγκικές κτήσεις, όπως προαναφέρθηκε (αφού βρίσκονταν εκεί για να αναχαιτίζουν κάθε επανάσταση των ανυπότακτων Τσακώνων), και δεν ήταν αποκοκομμένοι από τους υπόλοιπους Φράγκους. Ως προς τα γνωρίσματα της ζωής κατά τη βραχύχρονη διάρκεια της φραγκικής κατάκτησης, συνέβαινε και στο Γεράκι ό,τι και σε άλλα φραγκοκρατούμενα μέρη: Ο ντόπιος πληθυσμός αναγκάστηκε να συμβιώσει με τους Φράγκους και να έχει μαζί τους τις απαραίτητες καθημερινές δοσοληψίες. Οι Φράγκοι εφάρμοσαν φεουδαρχικό σύστημα, έζησαν ιπποτικά, συμπεριφέρθηκαν ως κατακτητές, έβλεπαν πάντοτε την περιοχή ως στρατιωτική αποικία ανάμεσα σε αλλογενή πληθυσμό, που δεν ήταν δυνατόν να διάκειται φιλικά απέναντί τους, αλλά τους ανεχόταν.
Αν και η ζωή στην καρδιά της βαρωνίας ήταν ζωή στρατοπέδου, δεν έλειπαν στοιχεία κοινωνικής ζωής από αυτή. Οι ιππότες, γενικά, κατάφερναν να ελέγχουν τις στρατηγικές θέσεις που κατείχαν και να είναι κύριοι της κατάστασης με μικρή στρατιωτική δύναμη. Κυρίως αυτοί διέθεταν ιππείς μισθοφόρους για τη διεξαγωγή του πολέμου, ενώ οι ίδιοι οι ευγενείς διαρκώς γυμνάζονταν , μετακινούνταν από τόπο σε τόπο, διοργάνωναν ιππικούς αγώνες και πανηγύρεις και άλλων τύπων διασκεδάσεις. Οι Έλληνες παρακολουθούσαν και εντυπωσιάζονταν από τα θεάματα. Επαφές μεταξύ αυτών και των κατακτητών ασφαλώς υπήρχαν, αγνοούμε όμως σε ποια έκταση. Ακόμη, γίνονταν πολλές επιγαμίες από την ένωση Ελληνίδων με ιππότες. Τα παιδιά που γεννιούνταν από αυτή την ένωση λέγονταν «γασμούλοι». Μάλιστα, λέγεται ότι γασμούλος ήταν και ο συγγραφέας του ελληνικού κειμένου του «Χρονικού του Μορέως», έργο που αποτελεί τη σημαντικότερη πηγή για τη φεουδαρχική οργάνωση του πριγκιπάτου της Αχαΐας.

Ο Φράγκος ηγεμόνας είχε την αξίωση οι βαρώνοι να φέρονται στους υπηκόους τους με ευγένεια, κάτι που φρόντιζε να το ελέγχει στέλνοντας απεσταλμένους. Αν η ζωή των υπηκόων κυλούσε ευχάριστα, δε μπορούμε, βέβαια, να το γνωρίζουμε. Σε κάποια  μέρη  διατηρήθηκαν Έλληνες τιμαριούχοι και, ενδεχομένως, άλλοι, από υπολογισμό ή από ανάγκη, θα συνεργάστηκαν με τους ευγενείς και θα συνήψαν μαζί τους πάσης φύσεως σχέσεις. Πάντως, οι ελληνικές κτήσεις ήταν λίγες και το μεγαλύτερο μέρος των Ελλήνων κατοίκων εργαζόταν στην υπηρεσία των κυρίαρχων Φράγκων.
πηγή: " Ιστορία του Γερακίου", Τάσου Γριτσόπουλου


O ρόλος του κάστρου του Γερακίου

O ρόλος του Κάστρου 

Όπως πληροφορούμαστε από την «Ιστορία του Γερακίου», στα χρόνια του Νιβελέ ο όρος Τσακωνία είναι ευρύτερος και περιλαμβάνει περιοχές που σήμερα ανήκουν στα λακωνικά σύνορα. Οι Τσάκωνες ήταν ανυπότακτοι και σκληροί και, σύμφωνα με όσα συμπεραίνουμε από το «Χρονικόν του Μορέως», η ίδρυση της βαρωνίας του Γερακίου είχε ως σκοπό τον έλεγχο και τον περιορισμό τους, καθώς αποτελούσαν τον ανατολικό αντίποδα της ανυπότακτης περιοχής της Λακωνίας του Πάρνωνα, αντίστοιχα προς τους Μηλίγγους και τους Μανιάτες της Δυτικής Λακωνικής περιοχής του Ταϋγέτου.  Βέβαια, κάποιοι Έλληνες μεγαλογαιοκτήμονες της Λακεδαιμονίας, που κατείχαν εκτάσεις στην περιοχή αποδέχτηκαν το Φράγκο αφέντη προκειμένου να «πάψουσιν τα κούρση» («Χρονικόν του Μορέως», στ. 2071-2) και λόγω του συμβιβασμού που επετεύχθη, γίνεται λόγος για μια πρώτη υποταγή των Τσακώνων γύρω στο 1210. Ωστόσο, πολλοί Τσάκωνες συνέχισαν να ξεσηκώνονται και να ενοχλούν με επιδρομές Φράγκους, γι΄αυτό και οι Φράγκοι έχτισαν το Κάστρο του Γερακίου στο σημείο αυτό, ώστε να μπορούν να αναχαιτίζουν τις επαναστάσεις τους και να ελέγχουν αποτελεσματικότερα την περιοχή.

Αυτή η ανάγκη ελέγχου των Τσακώνων εξηγεί, λοιπόν, γιατί ιδρύθηκε και η βαρωνία και το Κάστρο του Γερακίου, παρόλο που τόσο κοντά είχε ιδρυθεί στην περιοχή το κάστρο του Μυστρά (το οποίο είχε ως ορμητήριο ο Γουλιέλμος). Έτσι, ο Γουλιέλμος, έχοντας οχυρωμένα τα κάστρα Μυστρά, Γερακίου και Μονεμβάσιας (αφού όταν την κατέλαβε, το 1248, φρόντισε αμέσως για τον εφοδιασμό και την οργάνωση του κάστρου της), προσπαθούσε να εδραιώσει την κυριαρχία του στην ευρύτερη περιοχή, πράγμα που το κατάφερε. Μάλιστα, η κυριαρχία του ήταν ισχυρή και έφτασε στο μεσουράνημά της αμέσως μετά την υποταγή και της Μονεμβάσιας. 

 πηγή: " Ιστορία του Γερακίου", Τάσου Γριτσόπουλου

Ονοματολογία Κάστρων - Καστρολογικοί όροι

Στην ονομασία των ελληνικών κάστρων χρησιμοποιούνται συνήθως οι λέξεις «κάστρο», «φρούριο», «πύργος». Π.χ. Κάστρο της Μονεμβασιάς, Αγγελόκαστρο, Φρούριο Ιτζεδίν, Πύργος της Μάρως κ.τ.λ. Χρησιμοποιείται σε λίγες περιπτώσεις και το «Ακρόπολη» (ή το «Άκρο»): Ακροναυπλία, Ακρόπολη Λίνδου, Ακρόπολη Σερρών, Ακροκόρινθος.
Εκτός από αυτά, υπάρχουν και μερικές άλλες εκφράσεις που χρησιμοποιούνται στις ονομασίες κάστρων:
·       Καλές
Οι τουρκικές λέξεις kale και kule, που σημαίνουν κάστρο, έχουν διατηρηθεί στην ονομασία πολλών οχυρώσεων σε όλη την Ελλάδα, σαν Κούλες ή Γκούλες ή Γούλες ή Γουλάς ή Κούλια ή Καλές, και μάλιστα σε κάποιες περιπτώσεις αφορά κάστρα που δεν είναι τουρκικής προελεύσεως, όπως το κάστρο του Διδυμοτείχου και ο Κούλες του Ηρακλείου.
·       Καστέλι
Όπως αναφέρθηκε στην περί κάστρων σελίδα, το «καστέλι» προέρχεται από το λατινικό castellum και είναι απομεινάρι της Ενετοκρατίας. Η λέξη είναι συνώνυμη με το κάστρο. Χρησιμοποιείται στην περιγραφή και ονομασία αρκετών κάστρων, κυρίως στο Αιγαίο, στην Κρήτη και μερικές φορές στην Πελοπόννησο.
·       Βίγλα
Μικρός πύργος που χρησίμευε σαν παρατηρητήριο και φυλάκιο. Η λέξη προέρχεται από το λατινικό vigila που σημαίνει παρατηρητήριο, σκοπιά. Οι Βίγλες ήταν μόνιμες ή προσωρινές κατασκευές για την ασφάλεια συνόρων, περασμάτων, ακτών. Συνήθως ήταν μέρος ενός δικτύου από πολλές βίγλες σε οπτική επαφή μεταξύ τους και για αυτό συχνά τις συναντάμε σε υψώματα ή ακρωτήρια.
Ο όρος διατηρείται στην ονομασία πολλών πυργίσκων, μικρών κάστρων αλλά και βουνοκορφών, ακόμα και χωριών ανά την Ελλάδα.
Έχει διασωθεί και ο όρος βιγλάτορας που δηλώνει τον σκοπό της βίγλας.
Η Βίγλα ήταν και στρατιωτικό σώμα στο Βυζάντιο, αλλά αυτό δεν έχει σχέση με το θέμα μας.
Το πιο χαρακτηριστικό δίκτυο από βίγλες που σώζεται στην Ελλάδα ίσως είναι αυτό στις δυτικές ακτές της Χίου.
·       Μπούρτζι
Με την ονομασία αυτή χαρακτηρίζονται αρκετά επιθαλάσσια κάστρα στην Ελλάδα, κτισμένα συνήθως σε νησάκια ή σε χερσονησίδες. Τον όρο χρησιμοποιούσαν οι Ενετοί για παράκτιες πυροβολαρχίες. Η λέξη προέρχεται από το ελληνικό «πύργος» που πέρασε στα λατινικά σαν «burgus» και επέστρεψε σαν αντιδάνειο στα Ελληνικά. Από το «burgus» προέκυψαν πολλά παράγωγα στις δυτικοευρωπαϊκές γλώσσες (με τη ρίζαburg), αλλά και το βυζαντινό «βούργος».
Το πιο γνωστό Μπούρτζι είναι βέβαια του Ναυπλίου. Να επισημάνουμε ακόμα πως και στο φρούριο της Μεθώνης υπάρχει Μπούρτζι που είναι το πιο πολυφωτογραφημένο σημείο του.
·       Φορτέτσα (Φορτέτζα)
Fortezza στα Ιταλικά σημαίνει «φρούριο». Η ονομασία έχει περάσει σε κάποια ελληνικά κάστρα ενετικής προέλευσης όπως τα δυο φρούρια της Κέρκυρας, το κάστρο των Κυθήρων κ.ά. Η Φορτέτσα είναι όμως μία στην ονοματολογία των ελληνικών κάστρων: Η Φορτέτσα του Ρεθύμνου.
Κάποιοι χρήσιμοι όροι που αφορούν τη λειτουργία, κατασκευή και οχυρωματική αρχιτεκτονική των κάστρων:
·       Προμαχώνας
Προεξέχον τμήμα τείχους ή συνηθέστερα προκεχωρημένος πύργος με αυτόνομη οχύρωση που αποτελούσε μέρος ενός μεγαλύτερου φρουρίου. Ο προμαχώνας μπορούσε να ήταν και τελείως αποκομμένος από το υπόλοιπο κάστρο. Οι πιο ονομαστοί προμαχώνες της Ελλάδας είναι στο φρούριο του Παλαμηδίου.
Συνώνυμα του προμαχώνα είναι το προπύργιο και το τουρκικό ντάπια ήτάπια. Στα αγγλικά λέγεται bastion.
·       Τάφρος
Τεχνητό όρυγμα στο έδαφος με αρκετά μεγάλο βάθος και πλάτος, γύρω από το εξωτερικό τείχος του κάστρου με σκοπό την ενίσχυση της προστασίας του. Μπορούσε να ήταν ένυδρη ή άνυδρη. Η σημασία της ελαττώθηκε με την εξέλιξη του πυροβολικού. Ήταν απαραίτητο εξάρτημα σε κάστρα της Δύσης που είναι πιο «πεδινά» σε σχέση με τα ελληνικά τα οποία στην πλειοψηφία τους είναι σε θέσεις με φυσική οχύρωση και σπάνια διαθέτουν τάφρο.
Η πιο χαρακτηριστική τάφρος των ελληνικών κάστρων είναι αυτή του φρουρίου της Μεθώνης. Γέμιζε με θάλασσα και σήμερα είναι στεγνή (μάλλον για να προστατευθεί το μνημείο από τη διάβρωση, αλλά το κάστρο θα ήταν πολύ πιο εντυπωσιακό με την τάφρο γεμάτη)
·       Περίβολος
Ο εξωτερικός περίβολος ήταν βασικό συστατικό της οχύρωσης των μεγάλων κάστρων και των μεγάλων πόλεων. Πρόκειται για χώρο πλάτους λίγων μέτρων γύρω από το κυρίως κάστρο που προστατευόταν με εξωτερικό περιτείχισμα παρέχοντας πρόσθετη προστασία στην οχύρωση.
Σε κάποιες περιπτώσεις το εξωτερικό περιτείχισμα του περιβόλου ήταν εξίσου ισχυρό με το κυρίως τείχος, οπότε θα μπορούσαμε να περιγράψουμε τον περίβολο σαν τον κενό χώρο -κάτι σαν μικρή περιμετρική αυλή- στο ενδιάμεσο ανάμεσα στο διπλό εξωτερικό τείχος του κάστρου.
Περίβολος γενικά λέγεται και η μεγάλη εσωτερική αυλή ή κεντρική πλατεία του κάστρου η οποία δεν είχε ιδιαίτερο αμυντικό ρόλο αλλά υπήρξε επίσης βασικό στοιχείο των κάστρων.
Στα αγγλικά ο περίβολος λέγεται bailey ή ward.
·       Μεσοπύργιο
Μεσοπύργιο ή Μεταπύργιο ή Μεταπρομαχώνας ή Κορτίνα είναι το ενδιάμεσο τμήμα του τείχους του κάστρου μεταξύ δύο πύργων. Συνήθως ήταν ευθύγραμμο αλλά σε πιο προχωρημένες κατασκευές ήταν τεθλασμένο. Στα αγγλικά curtain wall, στα ιταλικά cortina.
Γκουαρντιόλα·       Παραπέτο

Η λέξη παραπέτο χρησιμοποιείται σήμερα για το προστατευτικό τοιχίο που σκοπό έχει την προφύλαξη από πτώσεις στην άκρη γεφυρών, ταρατσών, μπαλκονιών κλπ. Προέρχεται από το ιταλικό parapetto (από το parare=προφυλάσσω + petto=στήθος) και η αρχική σημασία της λέξης αφορούσε κάστρα. Πρόκειται για πρόσθετο τειχίο στο επάνω μέρος των εξωτερικών τειχών του κάστρου που προστάτευε τους υπερασπιστές και πάνω στο οποίο σχηματίζονταν οι πολεμίστρες.
Στα αγγλικά ό όρος είναι battlement και όταν έχει την οδοντωτή μορφή με τις διαδοχικές πολεμίστρες, crenelation.
·       Πολεμίστρα
Στενό άνοιγμα τείχους ή οχυρώματος, από όπου αμύνονται οι υπερασπιστές του εναντίον των επιτιθεμένων. Η κλασική εικόνα για τις πολεμίστρες είναι ο οδοντωτός σχηματισμός στο παραπέτο, αλλά πολεμίστρες υπήρχαν και χαμηλότερα. Στα αγγλικά ο όρος για το άνοιγμα της πολεμίστρας είναιcrenel ενώ τα προστατευτικά τοιχία εκατέρωθεν λέγονται merlon.
·       Ακρόπυργος
Πρόκειται για ένα άλλο χαρακτηριστικό των μεγάλων κάστρων. Ήταν ο ψηλός και κεντρικός πύργος του κάστρου, με δική του ανεξάρτητη οχύρωση. Ήταν το πιο ισχυρό σημείο του και χρησίμευε σαν παρατηρητήριο, αλλά και σαν τελευταία άμυνα. Επιπλέον ήταν το κέντρο διοίκησης και ο τόπος διαμονής του κύρη του κάστρου. Η πρόσβαση προς αυτό δεν ήταν εύκολη, αλλά προστατεύονταν από άλλες εσωτερικές οχυρώσεις.
Στα ελληνικά κάστρα δεν είναι και τόσο συνηθισμένος (είτε δεν στέκεται όρθιος).
Ο πιο γνωστός ελληνικός ακρόπυργος είναι αυτός που δεσπόζει στο κάστρο του Πλαταμώνα. Στα αγγλικά λέγεται keep, στα ιταλικά mastio, στα γαλλικά donjon.
·      
Γκουαρντιόλα ή Σεντινέλλα
Η λέξη δεν είναι γνωστή (καμιά σχέση με τον τέως προπονητή της Barca) αλλά καλό θα είναι να την ξέρουμε. Σημαίνει την προεξέχουσα καλυμμένη, κτιστή σκοπιά. Είναι βασικό καστρικό εξάρτημα και σχεδόν σήμα κατατεθέν των ενετικών κάστρων.
Μια χαρακτηριστική γκαρντιόλα είναι αυτή της Ακροναυπλίας που τη βλέπουμε πολύ εύκολα από την πλατεία Σταϊκόπουλου στο Ναύπλιο.
·       Καστελλάνος
Ο διοικητής του κάστρου, φρούραρχος. Από το λατινικό castellanus. Υπάρχει παρεμφερής όρος σε όλες τις δυτικές γλώσσες (en:castelan, it castellano). H λέξη έχει περιπέσει σε αχρηστία στα Νέα Ελληνικά χρησιμοποιείται όμως ευρέως σε πολλά μεσαιωνικά κείμενα και βέβαια στοΧρονικόν του Μωρέως.


πηγή: Καστρολόγος ( www.kastra.eu)